Όπως, κάθε χρόνο, έτσι και φέτος, εξέχουσες στιγμές (β)ρωμιοσύνης εκτυλίχθηκαν κατά τη διάρκεια της εθνικής παρέλασης της 28ης Οκτωβρίου, για τον εορτασμό της «επετείου του Όχι,» με φαντάρους και άρματα μάχης να κατακλύζουν τους δρόμους και τεράστιες γαλανόλευκες να κυματίζουν παντού. Για μια ακόμη φορά, είδαμε μαθητές να βαδίζουν σε στρατιωτική διάταξη, με αυστηρά πειθαρχημένο ρυθμό, συντονισμένες σωματικές κινήσεις και ομοιόμορφο ντύσιμο που εξιτάρουν τα εθνικιστικά ένστικτα του κάθε προγονόπληκτου. (Οι εθνικές παρελάσεις είναι θεσμός που καθιερώθηκε από τον δικτάτορα, Ιωάννη Μεταξά, ο οποίος προσπάθησε να αντιγράψει τις δημόσιες επιδείξεις της φασιστικής Ιταλίας του Μπενίτο Μουσολίνι και της Ναζιστικής Γερμανίας του Αδόλφου Χίτλερ.) Αυτό που, όμως, κατά κάποιον τρόπο μας εξέπληξε ήταν οι αντιδράσεις αρκετών πολιτών, οι οποίοι βρήκαν αφορμή να εκφράσουν την αγανάκτησή τους για τα νέα μέτρα και την υποβάθμιση της ζωής τους, καταδιώκοντας τους πολιτικούς που παρευρίσκονταν στα σημεία όπου στρατιωτικοί και μαθητές θα παρήλαυναν. Το γεγονός αυτό, βέβαια, θα σχολιαστεί σε άλλη δημοσίευση. Στο άρθρο αυτό θα θιχτεί, αποκλειστικά και μόνο, το ζήτημα της επιβεβλημένης, κατά την άποψή μας, κατάργησης των παρελάσεων.
Άμεση κατάργηση των παρελάσεων
Οι εθνικές παρελάσεις, αποτελούν πρότυπο έκφρασης για τους διάφορους μιλιταριστές-εθνικιστές, και δεν έχουν καμία θέση σε μια κοινωνία που θέλει να ονομάζεται δημοκρατική (έστω και κατ' επίφαση). Γι' αυτόν ακριβώς τον λόγο, κάθε άνθρωπος που θέλει να αποκαλείται δημοκράτης (με την πραγματική έννοια της λέξης), που αγωνίζεται, δηλαδή, για μια κοινωνία ανθρώπινη, κοινωνία αλληλεγγύης, πολιτικής συμμετοχής και ισοπολιτείας, θα πρέπει να καταδικάζει έναν θεσμό που αποτελεί ενσάρκωση των κυρίαρχων (συντηρητικών) καθεστωτικών αξιών περασμένων εποχών, όταν όσοι πάλευαν γι' αυτά τα ιδανικά καταδικάζονταν σε θάνατο δια τουφεκισμού, ή στέλνονταν σε στρατόπεδα καταναγκαστικής εργασίας ή φυλακίζονταν και περιορίζονταν κοινωνικά. Αναπόσπαστο κομμάτι της κυρίαρχης ιδεολογίας των εποχών αυτών είναι ο μιλιταρισμός, ο πατριωτισμός, και ο κοινωνικός συντηρητισμός!
Οι παρελάσεις λειτουργούν ως δεξαμενές μίσους, επιθετικότητας, υπερεθνικιστικής υστερίας και αλαζονείας, καλλιεργώντας την εξής λογική: «σε περίπτωση που ο εχθρός μας απειλείσει να ποιοι θα τον κατατροπώσουν!» Πρόκειται για ένα αίσθημα Βιβλικού αυταρχισμού, εκδίκησης και «απόδοσης δικαιοσύνης,» που συναντά κανείς στο αξιόλογο βιβλίο «Επιτήρηση και Τιμωρία» του Michel Foucault, ο οποίος περιγράφει τον τρόπο που επιβάλλονταν οι ποινές στους κατάδικους κατά τον 17ο και 18ο αιώνα στη Γαλλία και τη Βρετανία, πολλές φορές με δημόσιο βασανισμό του κατηγορούμενου. Όπως τότε ο όχλος αισθανόταν ότι ο δημόσιος εξευτελισμός ενός ποινικού κατάδικου λειτουργούσε παραδειγματικά για την υπόλοιπη κοινωνία και παράλληλα έδινε την εντύπωση ότι ο νόμος και η τάξη «προστατεύει όλους τους πολίτες,» έτσι και τώρα, οι εθνικές παρελάσεις καλλιεργούν μια παρόμοια νοοτροπία «εθνικής ασφάλειας» και επιβεβαιώνουν την «υπεροχή της φυλής έναντι των βαρβάρων αλλόφυλων» μέσω της επιθετικότητας που βγάζει η εικόνα των τανκς, του στρατιωτικού ντυσίματος και του πειθαρχημένου έφηβου που δείχνει έτοιμος να «κατασπαράξει τον κακό εχθρό!» Έτσι, οι εθνικιστές γονείς νοιώθουν περήφανοι που τα παιδιά τους τιθασεύονται με πατριωτικά ιδεώδη ενώ στην πραγματικότητα υπηρετούν ένα ψέμα, μια πλάνη, μια ιδεοληψία (ιστορική συνέχεια), θυσιάζοντας τη δημιουργικότητά τους για χάρη κάποιων ψευτο-ιδανικών. (Άλλωστε, η δημιουργία του ελληνικού έθνους κράτους, ουδεμία σχέση έχει με τις αρχαιοελληνικές πόλεις-κράτη, τόσο φυλετικά όσο και πολιτισμικά, και οι οποίες, με τη σειρά τους είναι εξίσου αντίθετες με τον Βυζαντινό θεοκρατισμό.)
Οι περισσότερες παρελάσεις, βέβαια, γίνονται δίχως την παρουσία του στρατού, ο οποίος συμμετέχει μόνο σε αυτήν της 28ης Οκτωβρίου στη Θεσσαλονίκη και της 25η Μαρτίου στην Αθήνα. Αυτό, φυσικά δε σημαίνει τίποτα μιας και είτε με την παρουσία αρμάτων μάχης και ενόπλων είτε όχι, η διάταξη, το βάδισμα και το σημαιοστόλισμα των συμμετεχόντων που τους κάνει να μοιάζουν με κουρδισμένα ρομπότ αρκεί και περισσεύει για να κατατάξουμε τον θεσμό αυτόν στους πιο (πανηγυρικά) αντιδημοκρατικούς. (Όπως ειπώθηκε και παραπάνω, αυτές οι αξίες αποτελούν κύρια χαρακτηριστικά της μιλιταριστικής ιδεολογίας των καταπιεστικών καθεστώτων του προηγούμενου αιώνα, ή αυτών που συναντάμε σε χώρες όπου τα ανθρώπινα δικαιώματα καταπατούνται συνεχώς). Έπειτα, η συμμετοχή των μαθητών δεν είναι σχεδόν ποτέ εθελοντική. Η οποιαδήποτε άρνησή τους μπορεί να επιφέρει σχολικές κυρώσεις, όπως μείωση της διαγωγής στις τελικές επιδόσεις ή πειθαρχικές ποινές (π.χ. αποβολή)! Σε περίπτωση που οι μαθητές είναι ανήλικοι, είναι σχεδόν αδύνατη η συνειδητή άρνηση συμμετοχής τους, όχι μόνο λόγω του «νεαρού της ηλικίας» (που νομοθετικά στερεί το δικαίωμα της αυτοπρόσωπης άσκησης δικαιωμάτων και πολιτικής δράσης) αλλά, πολλές φορές και επειδή οι ίδιοι οι μαθητές φοβούνται ότι αν επιχειρήσουν για οποιοδήποτε λόγο να απέχουν από μια τέτοια διαδικασία, θα στιγματιστούν τόσο από το σχολικό όσο και από το ευρύτερο κοινωνικό περιβάλλον, αφού είναι προφανές ότι όχι μόνο δεν έχουν εκλείψει από την Ελληνική κοινωνία κατάλοιπα εθνικού και κοινωνικού συντηρητισμού, αλλά, αντίθετα, ριζωνουν ακόμη και σήμερα στο μυαλό και στην ανορθολογική νοοτροπία πολλών. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα: όταν το 1997 μια μαθήτρια αρνήθηκε να συμμετάσχει σε παρέλαση, προκειμένου να αναγνωριστεί το δικαίωμα της επιλογής της, την υπόθεση κλήθηκε να αναλάβει το Δικαστήριο των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων στο Στρασβούργο (η γνωστή υπόθεση «Βαλσάμη»). Παρομοίως, το 2002, καθηγήτρια αντιμετώπισε πειθαρχική δίωξη επειδή είχε το θάρρος να καταγγείλει το μιλιταριστικό χαρακτήρα των μαθητικών παρελάσεων (βλ υπόθεση "Φρ. Ρωμανού"). Δεκάδες περιστατικά τρομοκράτησης μαθητών, έχουν αναφερθεί, με αποβολές και άλλου είδους ποινές ή απαξιωτικές συμπεριφορές εκ μέρους των διδασκόντων, μόνο και μόνο για την προσπάθεια άρνησης της συμμετοχής τους! Οι Αλβανοί μαθητές, επίσης, που δικαιούνταν να καταστούν σημαιοφόροι λόγω των υψηλών τους επιδόσεων, πολλές φορές (αν όχι πάντα) αντιμετωπίστηκαν με χυδαίο ρατσισμό. Σε αυτές τις περιπτώσεις ο εθνικιστικός παροξυσμός κατάφερε να σκαρφαλώσει ψηλότερα ακόμη και από την τυπική νομιμότητα, δείχνοντας πόσο έντονα έχει ριζωσει στην Ελληνική κοινωνία η λογική του «πάνω απ' όλα η φυλή και η πατρίδα!»
Σεξισμός και θέαμα: Στις παρελάσεις συμμετέχουν και μαθήτριες, οι οποίες είναι αναγκασμένες να καταστούν αντικείμενα σεξουαλικού θεάματος μιας και ο κανονισμός τις θέλει να παρελαύνουν με κοντές φούστες (δεν είναι λίγοι αυτοί που πηγαίνουν στις παρελάσεις όχι μόνο για να νοιώσουν «εθνική υπερηφάνεια» αλλά και για να θαυμάσουν γυναικεία σώματα). Από την άλλη, είναι αναγκασμένες να πνίγουν τη θηλυκότητα τους μέσα στο πνεύμα της κυριαρχίας του ανδρικού ένστικτου που επιβάλει ο μιλιταρισμός, ένας ανδρισμός που δεν λειτουργεί συμπληρωματικά της γυναικείας φύσης, αλλά την καταρρακώνει και τονίζει την «ανωτερότητά» του εις βάρος της.
Για να τελειώνουμε με τον ανόητο εθνο-ηρωισμό και κάθε λογής νεκρά ιδεολογήματα
Το ότι θα πρέπει να τιμούμε την 28η Οκτωβρίου, μόνο και μόνο γιατί κάποιοι άνθρωποι θυσιάστηκαν για εμάς (;), είναι ένα τελείως κενό και ανορθολογικό επιχείρημα. Πρώτα απ' όλα, σε ότι αφορά την περίπτωση της 28ης Οκτωβρίου, στον Ελληνο-Ιταλικό πόλεμο, έλαβαν μέρος δεκάδες χιλιάδες Έλληνες στρατιώτες. Όλοι κλήθηκαν υποχρεωτικά να πολεμήσουν. Κανένας δεν πήγε στο μέτωπο οικειοθελώς, αλλά με τις διαταγές του κράτους (γενική επιστράτευση) [κι εδώ βλέπουμε την χυδαιότητα ενός εθνικού πολέμου: κανείς δεν έχει ούτε καν τη δυνατότητα να διαλέξει στρατόπεδο, σε αντίθεση με περιπτώσεις όπως αυτή της Γαλλικής Επανάστασης ή του Ισπανικού Εμφυλίου (αυτό το θέμα, ωστόσο δεν μας αφορά αυτήν την στιγμή)]. Συνεπώς, είναι αδύνατο να ορίσουμε πόσοι από αυτούς πέθαναν γιατί είχαν πίστη στην «ελευθερία της πατρίδας», είτε γιατί, απλά, μην έχοντας άλλη επιλογή, στάλθηκαν σαν πρόβατα στη σφαγή. Αν αυτοί οι στρατιώτες είχαν τη δυνατότητα να επιλέξουν, θα πήγαιναν άραγε να σφαγιαστούν στα πεδία των μαχών; Το ίδιο φυσικά ισχύει και για τους Ιταλούς στρατιώτες, όπου ένα μεγάλο ποσοστό από αυτούς στάλθηκε υποχρεωτικά στα Ελληνο-Αλβανικά σύνορα, γιατί ο Μουσολίνι έβλεπε τον πόλεμο ως μια μορφή αναγκαιότητας, και κυρίως, γιατί η Ιταλική κοινωνία, ξεχνώντας τις αξίες τις αυτονομίας και της δημοκρατίας, σε σημαντικό βαθμό ασπάστηκε την φασιστική προπαγάνδα! Το σενάριο είναι πολύ παλιό, το έχουμε δει ξανά και ξανά... για τα συμφέροντα των ηγετών, για τις «μεγάλες ιδέες» θυσιάστηκαν και συνεχίζονται να θυσιάζονται λαοί! Οι μαρτυρίες των Αμερικάνων στρατιωτών που ενώ συμμετείχαν στους πολέμους του Βιετνάμ, του Ιράκ, και του Αφγανιστάν, στράφηκαν εναντίον του μιλιταρισμού (στις πιο ακραίες περιπτώσεις), ή της ιμπεριαλιστικής πολιτικής των Η.Π.Α, βλέποντας τα εγκλήματα που κλήθηκαν να διαπράξουν εκεί για λογαριασμό της Wall Street και των αγορών, όπως και η απροθυμία πολλών Ισραηλινών να προσφέρουν υποχρεωτική στρατιωτική υπηρεσία σε ένα κράτος που διαπράττει γενοκτονίες στη Γάζα και στον Λίβανο, αρκούν για να μας πείσουν ότι οι λαοί δεν έχουν να χωρίσουν τίποτα μεταξύ τους, είτε είναι Τούρκοι, είτε Έλληνες, είτε Άραβες, είτε Εβραίοι.
Κάθε είδους προσωπολατρία λειτουργεί ως τροχοπέδη στην πνευματική και ηθική καλλιέργεια της προσωπικότητας ενός ατόμου, της ατομικής ανεξαρτησίας και αυτονομίας, μέσω της υπερβολικής και ολικής (ανάλογα με τις περιπτώσεις) προσκόλλησης του ίδιου στις πράξεις και το έργο κάποιου άλλου ήδη αναγνωρισμένου. Στην περίπτωση των εθνικών ηρώων, η επίκληση στο πρόσωπό τους, συνιστά μια από τις πιο κλασικές μορφές ετερονομίας. «Είναι καιρός να ξεριζωσουμε απ' την εκπαιδευτική διαδικασία όλα όσα συντηρούν και εκτρέφουν τους αιμοσταγείς και αιματοβαμμένους εθνικισμούς, που προετοιμάζουν τους ανθρώπους να σκοτώσουν και να σκοτωθούν, για ένα καλύτερο χθες» λέει ο Κώστας Δεσποινιάδης! Η προσπάθεια ταύτισης κάποιων ανθρώπων με την προσωπικότητα κάποιου εθνικού ήρωα, καταρρακώνει κάθε δυνατότητα αμφισβήτησης των κληρονομημένων παραστάσεων της κοινωνίας και των θεσμών της, μια αμφισβήτηση αναγκαία για την απελευθέρωση από την εξουσία του παρελθόντος, αναγκαία για κάθε άνθρωπο που θέλει να είναι πραγματικά πολίτης. Η απελευθέρωση της δημιουργικότητας, συνέπεια της κατάστασης της αυτονομίας ως διάρρηξης του εγκλεισμού, και της πνευματικής απελευθέρωσης του ατόμου, αποτελεί τα στοιχεία εκείνα που μια κοινωνία που είναι ή θέλει να λέγεται αυτόνομη και δημοκρατική θα πρέπει να προωθεί.
Είναι καιρός, λοιπόν, να τελειώνουμε με τον ανόητο ηρωισμό. Το επιχείρημα αυτό, βέβαια, γεννά τα εξής ερωτήματα: θα έπρεπε ο Ελληνικός λαός να δεχτεί, έτσι απλά, την υποταγή στην φασιστική μπότα; Πού θα ήμαστε εμείς σήμερα αν δεν επαναστατούσαν οι υπόδουλοι το 1821; Φυσικά, κανείς δεν αμφισβητεί την αυτοθυσία αυτών των ανθρώπων, ιδιαίτερα σε ότι αφορά την περίπτωση της εξέγερσης ενάντια στην Οθωμανική κατοχή, όπου οι πολιτικές συνθήκες και οι πολιτικές ιδεολογίες δεν μας επιτρέπουν να εξετάσουμε το συγκεκριμένο ιστορικό γεγονός κάτω από διαφορετική σκοπιά. Ο θάνατος, όμως, χιλιάδων ανθρώπων στα πεδία των μαχών δεν αποτελεί παράδειγμα προς μίμηση, όση ανδρεία και τόλμη κι αν επέδειξαν οι σφαγιασθέντες, όσο και αν η σφαγή τους ήταν αναπόφευκτη, όσο και αν εξαιτίας αυτών σήμερα εμείς μπορούμε να ζούμε κάτω από ένα καθεστώς φιλελεύθερο και ανεκτικό σε ορισμένες ατομικές ή συλλογικές ελευθερίες (καθεστώς φιλελεύθερης ολιγαρχίας). Αποτελεί παράδειγμα προβληματισμού και αφορμή καταδίκης της φρίκης που προκαλεί ένας πόλεμος, κυρίως μεταξύ εθνών, όπου ο ήρωας της μιας πλευράς μετά από χρόνια θα αποτελεί τον δαίμονα της αντίπαλης, όπου αυτός που προσφέρει τη ζωή του με ζήλο για τα ψευδο-ιδανικά του έθνους το κάνει με την ίδια ευκολία που στο παρελθόν, κάποιος Χριστιανός ή Μουσουλμάνος θυσιαζόταν με την ελπίδα να κερδίσει μια «θέση στον παράδεισο». Πρόκειται λοιπόν για μια εμφανώς μεταφυσική λογική!
Κάθε μορφή εθνικής μιλιταριστικής σύγκρουσης ισοπεδώνει τη θεμελιώδη συνθήκη της εκάστοτε κοινωνικής συνοχής, τον λόγο, μέσω της υιοθέτησης της βίας ως μοναδική αρχή για την επίλυση των διαφωνιών. Αυτή η βία αντικαθιστά το διάλογο και κάθε είδους προσπάθεια εύρεσης συμβιβαστικής και λογικής λύσης μεταξύ δύο στρατοπέδων, όχι μόνο με την επιθυμία εξαφάνισης του αντιπάλου, αλλά και με την εξάλειψη κάθε προσπάθειας για συνύπαρξη: η επιθυμία της αναζήτησης ενός αποδιοπομπαίου τράγου δημιουργεί εθνικούς εχθρούς στη θέση των αδελφών λαών, καταστρέφοντας κάθε γέφυρα επικοινωνίας και αλληλοκατανόησης μέσω του φανατισμού, της (υπερ)εθνικιστικής υστερίας και ενός ισοπεδωτικού (π)ηθικισμού.
Εάν θέλουμε να λέμε ότι αγωνιζόμαστε για μια κοινωνία πραγματικά δημοκρατική, τότε θα πρέπει επιτέλους να πάψουμε να κλείνουμε τα μάτια μπροστά στην υποκρισία της οποιασδήποτε μιλιταριστικής/πατριωτικής λογικής και του φετιχισμού των εθνικών συμβόλων. Συμπερασματικά, οποιοσδήποτε εμφανίζεται ως φανατικός υποστηρικτής ενός εθνικού συμβόλου μέσα από το οποίο οραματίζεται «μεγάλες ιδέες», είτε αναζητά εχθρούς «προδότες», «ανθέλληνες», «μασόνους», «μετανάστες» είτε είναι υποστηρικτής ενός φασιστικού θεσμού όπως είναι αυτός των παρελάσεων και του φαντασιακού που τις διέπει: «έλληνας γεννιέσαι, δε γίνεσαι ποτέ, το αίμα σου θα χύσουμε γουρούνι αλβανέ» (σύνθημα που ακούστηκε στην παρέλαση της 25ης Μαρτίου του 2010 στην Αθήνα από μέλη των ειδικών δυνάμεων, σύνθημα που στην πραγματικότητα αποτελεί συγκεκαλυμμένη επιθυμία), ανήκει στην κατηγορία των ανθρώπων που έχουν εγκαταλείψει τη λογική και, αντ' αυτής, επιδίδονται σε μια μανία εξωφρενικού παραλογισμού, μετατόπισης ευθυνών και μετάθεσης του μίσους που οι ίδιοι νοιώθουν για τον εαυτό τους προς κάποιον εξωτερικό στόχο, είτε το παραδέχονται είτε όχι!
"Έτσι συλλέξαμε τους σακάτηδες, τους τραυματίες και τους ακρωτηριασμένους
Και μας στείλανε πίσω στο σπίτι μας στην Αυστραλία
Οι χωρίς χέρια, οι χωρίς πόδια, οι τυφλοί, οι παράφρονες,
οι περήφανοι τραυματίες ήρωες της Σούβλα
Και καθώς το σκάφος μας τράβηξε στο Circular Quay
Κοίταξα τον τόπο όπου τα πόδια μου περπατούσαν πριν τα χάσω
Και ναι, δεν υπήρχε κανείς να περιμένει για μένα,
να θρηνήσει, να με λυπηθεί, να με παρηγορήσει...
Και η ορχήστρα έπαιξε Waltzing Matilda
καθώς μας κατεύθυναν κάτω το διάδρομο
Αλλά κανείς δεν επευφημούσε, μόνο στέκονταν και κοίταζαν...
Στη συνέχεια, γύρισαν όλοι τα πρόσωπά τους μακριά!
Και τώρα κάθε Απρίλιο κάθομαι στη βεράντα μου
και βλέπω την παρέλαση να περνά από μπροστά μου...
Και βλέπω τους παλιούς συντρόφους μου, πόσο υπερήφανα αυτοί παρελαύνουν
αναβιώνοντας παλιά όνειρα μιας περασμένης δόξας
Και οι γέροι παρελαύνουν σιγά-σιγά, όλοι λυγισμένοι,
οι ξεχασμένοι ήρωες ενός ξεχασμένου πολέμου...
Και οι νέοι ρωτούν: «Τι είναι αυτοί που παρελαύνουν και γιατί;»
και κάνω στον εαυτό μου την ίδια ερώτηση!
Και η μπάντα παίζει Waltzing Matilda
και οι γέροι αυτοί ανταποκρίνονται...
Αλλά χρόνο με το χρόνο ο αριθμός τους λιγοστεύει
Κάποια μέρα κανείς δεν θα έχει απομείνει να παρελαύνει..."
(And the Band Played Waltzing Matilda – Ιρλανδο-Αυστραλέζικο αντι-πολεμικό ποίημα-τραγούδι)
http://eagainst.com
Άμεση κατάργηση των παρελάσεων
Οι εθνικές παρελάσεις, αποτελούν πρότυπο έκφρασης για τους διάφορους μιλιταριστές-εθνικιστές, και δεν έχουν καμία θέση σε μια κοινωνία που θέλει να ονομάζεται δημοκρατική (έστω και κατ' επίφαση). Γι' αυτόν ακριβώς τον λόγο, κάθε άνθρωπος που θέλει να αποκαλείται δημοκράτης (με την πραγματική έννοια της λέξης), που αγωνίζεται, δηλαδή, για μια κοινωνία ανθρώπινη, κοινωνία αλληλεγγύης, πολιτικής συμμετοχής και ισοπολιτείας, θα πρέπει να καταδικάζει έναν θεσμό που αποτελεί ενσάρκωση των κυρίαρχων (συντηρητικών) καθεστωτικών αξιών περασμένων εποχών, όταν όσοι πάλευαν γι' αυτά τα ιδανικά καταδικάζονταν σε θάνατο δια τουφεκισμού, ή στέλνονταν σε στρατόπεδα καταναγκαστικής εργασίας ή φυλακίζονταν και περιορίζονταν κοινωνικά. Αναπόσπαστο κομμάτι της κυρίαρχης ιδεολογίας των εποχών αυτών είναι ο μιλιταρισμός, ο πατριωτισμός, και ο κοινωνικός συντηρητισμός!
Οι παρελάσεις λειτουργούν ως δεξαμενές μίσους, επιθετικότητας, υπερεθνικιστικής υστερίας και αλαζονείας, καλλιεργώντας την εξής λογική: «σε περίπτωση που ο εχθρός μας απειλείσει να ποιοι θα τον κατατροπώσουν!» Πρόκειται για ένα αίσθημα Βιβλικού αυταρχισμού, εκδίκησης και «απόδοσης δικαιοσύνης,» που συναντά κανείς στο αξιόλογο βιβλίο «Επιτήρηση και Τιμωρία» του Michel Foucault, ο οποίος περιγράφει τον τρόπο που επιβάλλονταν οι ποινές στους κατάδικους κατά τον 17ο και 18ο αιώνα στη Γαλλία και τη Βρετανία, πολλές φορές με δημόσιο βασανισμό του κατηγορούμενου. Όπως τότε ο όχλος αισθανόταν ότι ο δημόσιος εξευτελισμός ενός ποινικού κατάδικου λειτουργούσε παραδειγματικά για την υπόλοιπη κοινωνία και παράλληλα έδινε την εντύπωση ότι ο νόμος και η τάξη «προστατεύει όλους τους πολίτες,» έτσι και τώρα, οι εθνικές παρελάσεις καλλιεργούν μια παρόμοια νοοτροπία «εθνικής ασφάλειας» και επιβεβαιώνουν την «υπεροχή της φυλής έναντι των βαρβάρων αλλόφυλων» μέσω της επιθετικότητας που βγάζει η εικόνα των τανκς, του στρατιωτικού ντυσίματος και του πειθαρχημένου έφηβου που δείχνει έτοιμος να «κατασπαράξει τον κακό εχθρό!» Έτσι, οι εθνικιστές γονείς νοιώθουν περήφανοι που τα παιδιά τους τιθασεύονται με πατριωτικά ιδεώδη ενώ στην πραγματικότητα υπηρετούν ένα ψέμα, μια πλάνη, μια ιδεοληψία (ιστορική συνέχεια), θυσιάζοντας τη δημιουργικότητά τους για χάρη κάποιων ψευτο-ιδανικών. (Άλλωστε, η δημιουργία του ελληνικού έθνους κράτους, ουδεμία σχέση έχει με τις αρχαιοελληνικές πόλεις-κράτη, τόσο φυλετικά όσο και πολιτισμικά, και οι οποίες, με τη σειρά τους είναι εξίσου αντίθετες με τον Βυζαντινό θεοκρατισμό.)
Οι περισσότερες παρελάσεις, βέβαια, γίνονται δίχως την παρουσία του στρατού, ο οποίος συμμετέχει μόνο σε αυτήν της 28ης Οκτωβρίου στη Θεσσαλονίκη και της 25η Μαρτίου στην Αθήνα. Αυτό, φυσικά δε σημαίνει τίποτα μιας και είτε με την παρουσία αρμάτων μάχης και ενόπλων είτε όχι, η διάταξη, το βάδισμα και το σημαιοστόλισμα των συμμετεχόντων που τους κάνει να μοιάζουν με κουρδισμένα ρομπότ αρκεί και περισσεύει για να κατατάξουμε τον θεσμό αυτόν στους πιο (πανηγυρικά) αντιδημοκρατικούς. (Όπως ειπώθηκε και παραπάνω, αυτές οι αξίες αποτελούν κύρια χαρακτηριστικά της μιλιταριστικής ιδεολογίας των καταπιεστικών καθεστώτων του προηγούμενου αιώνα, ή αυτών που συναντάμε σε χώρες όπου τα ανθρώπινα δικαιώματα καταπατούνται συνεχώς). Έπειτα, η συμμετοχή των μαθητών δεν είναι σχεδόν ποτέ εθελοντική. Η οποιαδήποτε άρνησή τους μπορεί να επιφέρει σχολικές κυρώσεις, όπως μείωση της διαγωγής στις τελικές επιδόσεις ή πειθαρχικές ποινές (π.χ. αποβολή)! Σε περίπτωση που οι μαθητές είναι ανήλικοι, είναι σχεδόν αδύνατη η συνειδητή άρνηση συμμετοχής τους, όχι μόνο λόγω του «νεαρού της ηλικίας» (που νομοθετικά στερεί το δικαίωμα της αυτοπρόσωπης άσκησης δικαιωμάτων και πολιτικής δράσης) αλλά, πολλές φορές και επειδή οι ίδιοι οι μαθητές φοβούνται ότι αν επιχειρήσουν για οποιοδήποτε λόγο να απέχουν από μια τέτοια διαδικασία, θα στιγματιστούν τόσο από το σχολικό όσο και από το ευρύτερο κοινωνικό περιβάλλον, αφού είναι προφανές ότι όχι μόνο δεν έχουν εκλείψει από την Ελληνική κοινωνία κατάλοιπα εθνικού και κοινωνικού συντηρητισμού, αλλά, αντίθετα, ριζωνουν ακόμη και σήμερα στο μυαλό και στην ανορθολογική νοοτροπία πολλών. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα: όταν το 1997 μια μαθήτρια αρνήθηκε να συμμετάσχει σε παρέλαση, προκειμένου να αναγνωριστεί το δικαίωμα της επιλογής της, την υπόθεση κλήθηκε να αναλάβει το Δικαστήριο των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων στο Στρασβούργο (η γνωστή υπόθεση «Βαλσάμη»). Παρομοίως, το 2002, καθηγήτρια αντιμετώπισε πειθαρχική δίωξη επειδή είχε το θάρρος να καταγγείλει το μιλιταριστικό χαρακτήρα των μαθητικών παρελάσεων (βλ υπόθεση "Φρ. Ρωμανού"). Δεκάδες περιστατικά τρομοκράτησης μαθητών, έχουν αναφερθεί, με αποβολές και άλλου είδους ποινές ή απαξιωτικές συμπεριφορές εκ μέρους των διδασκόντων, μόνο και μόνο για την προσπάθεια άρνησης της συμμετοχής τους! Οι Αλβανοί μαθητές, επίσης, που δικαιούνταν να καταστούν σημαιοφόροι λόγω των υψηλών τους επιδόσεων, πολλές φορές (αν όχι πάντα) αντιμετωπίστηκαν με χυδαίο ρατσισμό. Σε αυτές τις περιπτώσεις ο εθνικιστικός παροξυσμός κατάφερε να σκαρφαλώσει ψηλότερα ακόμη και από την τυπική νομιμότητα, δείχνοντας πόσο έντονα έχει ριζωσει στην Ελληνική κοινωνία η λογική του «πάνω απ' όλα η φυλή και η πατρίδα!»
Σεξισμός και θέαμα: Στις παρελάσεις συμμετέχουν και μαθήτριες, οι οποίες είναι αναγκασμένες να καταστούν αντικείμενα σεξουαλικού θεάματος μιας και ο κανονισμός τις θέλει να παρελαύνουν με κοντές φούστες (δεν είναι λίγοι αυτοί που πηγαίνουν στις παρελάσεις όχι μόνο για να νοιώσουν «εθνική υπερηφάνεια» αλλά και για να θαυμάσουν γυναικεία σώματα). Από την άλλη, είναι αναγκασμένες να πνίγουν τη θηλυκότητα τους μέσα στο πνεύμα της κυριαρχίας του ανδρικού ένστικτου που επιβάλει ο μιλιταρισμός, ένας ανδρισμός που δεν λειτουργεί συμπληρωματικά της γυναικείας φύσης, αλλά την καταρρακώνει και τονίζει την «ανωτερότητά» του εις βάρος της.
Για να τελειώνουμε με τον ανόητο εθνο-ηρωισμό και κάθε λογής νεκρά ιδεολογήματα
Το ότι θα πρέπει να τιμούμε την 28η Οκτωβρίου, μόνο και μόνο γιατί κάποιοι άνθρωποι θυσιάστηκαν για εμάς (;), είναι ένα τελείως κενό και ανορθολογικό επιχείρημα. Πρώτα απ' όλα, σε ότι αφορά την περίπτωση της 28ης Οκτωβρίου, στον Ελληνο-Ιταλικό πόλεμο, έλαβαν μέρος δεκάδες χιλιάδες Έλληνες στρατιώτες. Όλοι κλήθηκαν υποχρεωτικά να πολεμήσουν. Κανένας δεν πήγε στο μέτωπο οικειοθελώς, αλλά με τις διαταγές του κράτους (γενική επιστράτευση) [κι εδώ βλέπουμε την χυδαιότητα ενός εθνικού πολέμου: κανείς δεν έχει ούτε καν τη δυνατότητα να διαλέξει στρατόπεδο, σε αντίθεση με περιπτώσεις όπως αυτή της Γαλλικής Επανάστασης ή του Ισπανικού Εμφυλίου (αυτό το θέμα, ωστόσο δεν μας αφορά αυτήν την στιγμή)]. Συνεπώς, είναι αδύνατο να ορίσουμε πόσοι από αυτούς πέθαναν γιατί είχαν πίστη στην «ελευθερία της πατρίδας», είτε γιατί, απλά, μην έχοντας άλλη επιλογή, στάλθηκαν σαν πρόβατα στη σφαγή. Αν αυτοί οι στρατιώτες είχαν τη δυνατότητα να επιλέξουν, θα πήγαιναν άραγε να σφαγιαστούν στα πεδία των μαχών; Το ίδιο φυσικά ισχύει και για τους Ιταλούς στρατιώτες, όπου ένα μεγάλο ποσοστό από αυτούς στάλθηκε υποχρεωτικά στα Ελληνο-Αλβανικά σύνορα, γιατί ο Μουσολίνι έβλεπε τον πόλεμο ως μια μορφή αναγκαιότητας, και κυρίως, γιατί η Ιταλική κοινωνία, ξεχνώντας τις αξίες τις αυτονομίας και της δημοκρατίας, σε σημαντικό βαθμό ασπάστηκε την φασιστική προπαγάνδα! Το σενάριο είναι πολύ παλιό, το έχουμε δει ξανά και ξανά... για τα συμφέροντα των ηγετών, για τις «μεγάλες ιδέες» θυσιάστηκαν και συνεχίζονται να θυσιάζονται λαοί! Οι μαρτυρίες των Αμερικάνων στρατιωτών που ενώ συμμετείχαν στους πολέμους του Βιετνάμ, του Ιράκ, και του Αφγανιστάν, στράφηκαν εναντίον του μιλιταρισμού (στις πιο ακραίες περιπτώσεις), ή της ιμπεριαλιστικής πολιτικής των Η.Π.Α, βλέποντας τα εγκλήματα που κλήθηκαν να διαπράξουν εκεί για λογαριασμό της Wall Street και των αγορών, όπως και η απροθυμία πολλών Ισραηλινών να προσφέρουν υποχρεωτική στρατιωτική υπηρεσία σε ένα κράτος που διαπράττει γενοκτονίες στη Γάζα και στον Λίβανο, αρκούν για να μας πείσουν ότι οι λαοί δεν έχουν να χωρίσουν τίποτα μεταξύ τους, είτε είναι Τούρκοι, είτε Έλληνες, είτε Άραβες, είτε Εβραίοι.
Κάθε είδους προσωπολατρία λειτουργεί ως τροχοπέδη στην πνευματική και ηθική καλλιέργεια της προσωπικότητας ενός ατόμου, της ατομικής ανεξαρτησίας και αυτονομίας, μέσω της υπερβολικής και ολικής (ανάλογα με τις περιπτώσεις) προσκόλλησης του ίδιου στις πράξεις και το έργο κάποιου άλλου ήδη αναγνωρισμένου. Στην περίπτωση των εθνικών ηρώων, η επίκληση στο πρόσωπό τους, συνιστά μια από τις πιο κλασικές μορφές ετερονομίας. «Είναι καιρός να ξεριζωσουμε απ' την εκπαιδευτική διαδικασία όλα όσα συντηρούν και εκτρέφουν τους αιμοσταγείς και αιματοβαμμένους εθνικισμούς, που προετοιμάζουν τους ανθρώπους να σκοτώσουν και να σκοτωθούν, για ένα καλύτερο χθες» λέει ο Κώστας Δεσποινιάδης! Η προσπάθεια ταύτισης κάποιων ανθρώπων με την προσωπικότητα κάποιου εθνικού ήρωα, καταρρακώνει κάθε δυνατότητα αμφισβήτησης των κληρονομημένων παραστάσεων της κοινωνίας και των θεσμών της, μια αμφισβήτηση αναγκαία για την απελευθέρωση από την εξουσία του παρελθόντος, αναγκαία για κάθε άνθρωπο που θέλει να είναι πραγματικά πολίτης. Η απελευθέρωση της δημιουργικότητας, συνέπεια της κατάστασης της αυτονομίας ως διάρρηξης του εγκλεισμού, και της πνευματικής απελευθέρωσης του ατόμου, αποτελεί τα στοιχεία εκείνα που μια κοινωνία που είναι ή θέλει να λέγεται αυτόνομη και δημοκρατική θα πρέπει να προωθεί.
Είναι καιρός, λοιπόν, να τελειώνουμε με τον ανόητο ηρωισμό. Το επιχείρημα αυτό, βέβαια, γεννά τα εξής ερωτήματα: θα έπρεπε ο Ελληνικός λαός να δεχτεί, έτσι απλά, την υποταγή στην φασιστική μπότα; Πού θα ήμαστε εμείς σήμερα αν δεν επαναστατούσαν οι υπόδουλοι το 1821; Φυσικά, κανείς δεν αμφισβητεί την αυτοθυσία αυτών των ανθρώπων, ιδιαίτερα σε ότι αφορά την περίπτωση της εξέγερσης ενάντια στην Οθωμανική κατοχή, όπου οι πολιτικές συνθήκες και οι πολιτικές ιδεολογίες δεν μας επιτρέπουν να εξετάσουμε το συγκεκριμένο ιστορικό γεγονός κάτω από διαφορετική σκοπιά. Ο θάνατος, όμως, χιλιάδων ανθρώπων στα πεδία των μαχών δεν αποτελεί παράδειγμα προς μίμηση, όση ανδρεία και τόλμη κι αν επέδειξαν οι σφαγιασθέντες, όσο και αν η σφαγή τους ήταν αναπόφευκτη, όσο και αν εξαιτίας αυτών σήμερα εμείς μπορούμε να ζούμε κάτω από ένα καθεστώς φιλελεύθερο και ανεκτικό σε ορισμένες ατομικές ή συλλογικές ελευθερίες (καθεστώς φιλελεύθερης ολιγαρχίας). Αποτελεί παράδειγμα προβληματισμού και αφορμή καταδίκης της φρίκης που προκαλεί ένας πόλεμος, κυρίως μεταξύ εθνών, όπου ο ήρωας της μιας πλευράς μετά από χρόνια θα αποτελεί τον δαίμονα της αντίπαλης, όπου αυτός που προσφέρει τη ζωή του με ζήλο για τα ψευδο-ιδανικά του έθνους το κάνει με την ίδια ευκολία που στο παρελθόν, κάποιος Χριστιανός ή Μουσουλμάνος θυσιαζόταν με την ελπίδα να κερδίσει μια «θέση στον παράδεισο». Πρόκειται λοιπόν για μια εμφανώς μεταφυσική λογική!
Κάθε μορφή εθνικής μιλιταριστικής σύγκρουσης ισοπεδώνει τη θεμελιώδη συνθήκη της εκάστοτε κοινωνικής συνοχής, τον λόγο, μέσω της υιοθέτησης της βίας ως μοναδική αρχή για την επίλυση των διαφωνιών. Αυτή η βία αντικαθιστά το διάλογο και κάθε είδους προσπάθεια εύρεσης συμβιβαστικής και λογικής λύσης μεταξύ δύο στρατοπέδων, όχι μόνο με την επιθυμία εξαφάνισης του αντιπάλου, αλλά και με την εξάλειψη κάθε προσπάθειας για συνύπαρξη: η επιθυμία της αναζήτησης ενός αποδιοπομπαίου τράγου δημιουργεί εθνικούς εχθρούς στη θέση των αδελφών λαών, καταστρέφοντας κάθε γέφυρα επικοινωνίας και αλληλοκατανόησης μέσω του φανατισμού, της (υπερ)εθνικιστικής υστερίας και ενός ισοπεδωτικού (π)ηθικισμού.
Εάν θέλουμε να λέμε ότι αγωνιζόμαστε για μια κοινωνία πραγματικά δημοκρατική, τότε θα πρέπει επιτέλους να πάψουμε να κλείνουμε τα μάτια μπροστά στην υποκρισία της οποιασδήποτε μιλιταριστικής/πατριωτικής λογικής και του φετιχισμού των εθνικών συμβόλων. Συμπερασματικά, οποιοσδήποτε εμφανίζεται ως φανατικός υποστηρικτής ενός εθνικού συμβόλου μέσα από το οποίο οραματίζεται «μεγάλες ιδέες», είτε αναζητά εχθρούς «προδότες», «ανθέλληνες», «μασόνους», «μετανάστες» είτε είναι υποστηρικτής ενός φασιστικού θεσμού όπως είναι αυτός των παρελάσεων και του φαντασιακού που τις διέπει: «έλληνας γεννιέσαι, δε γίνεσαι ποτέ, το αίμα σου θα χύσουμε γουρούνι αλβανέ» (σύνθημα που ακούστηκε στην παρέλαση της 25ης Μαρτίου του 2010 στην Αθήνα από μέλη των ειδικών δυνάμεων, σύνθημα που στην πραγματικότητα αποτελεί συγκεκαλυμμένη επιθυμία), ανήκει στην κατηγορία των ανθρώπων που έχουν εγκαταλείψει τη λογική και, αντ' αυτής, επιδίδονται σε μια μανία εξωφρενικού παραλογισμού, μετατόπισης ευθυνών και μετάθεσης του μίσους που οι ίδιοι νοιώθουν για τον εαυτό τους προς κάποιον εξωτερικό στόχο, είτε το παραδέχονται είτε όχι!
"Έτσι συλλέξαμε τους σακάτηδες, τους τραυματίες και τους ακρωτηριασμένους
Και μας στείλανε πίσω στο σπίτι μας στην Αυστραλία
Οι χωρίς χέρια, οι χωρίς πόδια, οι τυφλοί, οι παράφρονες,
οι περήφανοι τραυματίες ήρωες της Σούβλα
Και καθώς το σκάφος μας τράβηξε στο Circular Quay
Κοίταξα τον τόπο όπου τα πόδια μου περπατούσαν πριν τα χάσω
Και ναι, δεν υπήρχε κανείς να περιμένει για μένα,
να θρηνήσει, να με λυπηθεί, να με παρηγορήσει...
Και η ορχήστρα έπαιξε Waltzing Matilda
καθώς μας κατεύθυναν κάτω το διάδρομο
Αλλά κανείς δεν επευφημούσε, μόνο στέκονταν και κοίταζαν...
Στη συνέχεια, γύρισαν όλοι τα πρόσωπά τους μακριά!
Και τώρα κάθε Απρίλιο κάθομαι στη βεράντα μου
και βλέπω την παρέλαση να περνά από μπροστά μου...
Και βλέπω τους παλιούς συντρόφους μου, πόσο υπερήφανα αυτοί παρελαύνουν
αναβιώνοντας παλιά όνειρα μιας περασμένης δόξας
Και οι γέροι παρελαύνουν σιγά-σιγά, όλοι λυγισμένοι,
οι ξεχασμένοι ήρωες ενός ξεχασμένου πολέμου...
Και οι νέοι ρωτούν: «Τι είναι αυτοί που παρελαύνουν και γιατί;»
και κάνω στον εαυτό μου την ίδια ερώτηση!
Και η μπάντα παίζει Waltzing Matilda
και οι γέροι αυτοί ανταποκρίνονται...
Αλλά χρόνο με το χρόνο ο αριθμός τους λιγοστεύει
Κάποια μέρα κανείς δεν θα έχει απομείνει να παρελαύνει..."
(And the Band Played Waltzing Matilda – Ιρλανδο-Αυστραλέζικο αντι-πολεμικό ποίημα-τραγούδι)
http://eagainst.com
Super... πολύ δυνατό!
ΑπάντησηΔιαγραφή